Δευτέρα 26 Μαρτίου 2018

ΕΞΩΔΙΚΗ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ ΟΣΕΑΔΕ


ΕΝΩΠΙΟΝ  ΠΑΝΤΟΣ  ΑΡΜΟΔΙΟΥ  ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ  ΚΑΙ ΠΑΣΗΣ         
ΔΗΜΟΣΙΑΣ  ΑΡΧΗΣ


ΕΞΩΔΙΚΗ ΔΗΛΩΣΗ, ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΜΕΤΑ ΕΠΙΦΥΛΑΞΕΩΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΜΑΣ


Της Ομοσπονδίας Συλλόγων Εργαζομένων Αποκεντρωμένων Διοικήσεων Ελλάδας  ( Ο.Σ.Ε.Α.Δ.Ε ), νόμιμα εκπροσωπούμενης και εδρεύουσας στην Αθήνα, οδός Κατεχάκη , αρ. 56


                                                     Π Ρ Ο Σ

1)Τον Συντονιστή  Αποκεντρωμένης Διοίκησης  Μακεδονίας - Θράκης κ.Ιωάννη Σάββα, που κατοικοεδρεύει στη Θεσσαλονίκη, οδός Καθ. Ρωσσίδου, αριθμός 11 .
2) Τον Συντονιστή  Αποκεντρωμένης Διοίκησης  Ηπείρου - Δυτικής Μακεδονίας κ. Βασίλειο Μιχελάκη, που κατοικοεδρεύει στα Ιωάννινα, οδός Β. Ηπείρου, αριθ. 20 .
3) Τον Συντονιστή  Αποκεντρωμένης Διοίκησης   Θεσσαλίας - Στερεάς Ελλάδας κ. Νικόλαο Ντίτορα, που κατοικοεδρεύει στη Λάρισα, οδός Σωκράτους, αρ. 111.
4) Τον Συντονιστή  Αποκεντρωμένης Διοίκησης  Αττικής κ. Σπυρίδωνα Κοκκινάκη που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα, οδός Κατεχάκη, αριθ. 56.
5) Τον Συντονιστή  Αποκεντρωμένης Διοίκησης   Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδας και Ιονίου κ. Νικόλαο Παπαθεοδώρου, που κατοικοεδρεύει στην Πάτρα, οδός Ν. Εθνική οδός Πατρών – Αθηνών 158.
6) Τον Συντονιστή  Αποκεντρωμένης Διοίκησης   Αιγαίου κ. Νικόλαο Θεοδωρίδη, που κατοικοεδρεύει στον Πειραιά, οδός Ακτή Μιαούλη, αριθμός 83.
7) Την Συντονιστή  Αποκεντρωμένης Διοίκησης    Κρήτης κ. Μαρία Κοζυράκη, που κατοικοεδρεύει στο Ηράκλειο, οδός Πλατεία Κουντουριώτη .

                                                ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

Στον Υπουργό Εσωτερικών κ. Παναγιώτη Σκουρλέτη, που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα, οδός Σταδίου, αριθμός 27.
                            

Με μεγάλη λύπη και πικρία, παρατηρούμε τον τελευταίο καιρό, ότι η πλειοψηφία των Συντονιστών των 7 Αποκεντρωμένων Διοικήσεων προχωρεί :
1) Σε μεταθέσεις υπαλλήλων, κατά παράβαση των κειμένων διατάξεων, ανεξαρτήτως του ότι γενικά, οι χωρίς αίτηση μεταθέσεις των υπαλλήλων ανατρέπουν τον οικογενειακό και κοινωνικό προγραμματισμό των υπαλλήλων, αναστατώνουν την προσωπική τους ζωή, προσβάλλουν την αξιοπρέπειά τους και συνάμα αποδιοργανώνουν τις Δημόσιες Υπηρεσίες.  
Πιο συγκεκριμένα, οι μεταθέσεις υπαλλήλων,  ΄΄βαφτίζονται΄΄, με μη νόμιμες μεθοδεύσεις, ως μετακινήσεις, ώστε να καταστρατηγούνται οι διατάξεις του Συντάγματος και των Νόμων που επιτάσσουν την τήρηση ορισμένης διαδικασίας για τις μεταθέσεις.


Κατ’ αρχήν, κατά το διοικητικό δίκαιο, μετάθεση είναι η μεταβολή της δημόσιας Αρχής στην οποία υπηρετεί ο υπάλληλος, ανεξάρτητα από το εάν η δημόσια Αρχή, στην οποία μετατίθεται ο υπάλληλος, εδρεύει στον ίδιο τόπο. Η δε μεταβολή της θέσης του υπαλλήλου μέσα στην ίδια Αρχή είναι μετακίνηση (βλ. Σ.τ.Ε 1859/2000, 1749/1999, 581/1987, 4586/1983 και 1174/1978, Δ.Εφ.Λαρ. Ακυρ.-Συμβ.  52/2017, Δ.Εφ.Πατρ. Ακυρ.-Συμβ. 106/2014, Δ.Εφ.Αθην.-Θ΄Ακυρ.Τμ. 1502/2009, Δ.Εφ.Λαρ. Ακυρ.-Συμβ. 33/2009, Δ.Εφ.Λαρ. Ακυρ.-Συμβ. 34/2009, Δ.Εφ.Αθην.-Ι΄Ακυρ.Τμ. 35/2007, Δ.Εφ.Λαρ. Ακυρ. 208/2006, Δ.Εφ.Αθην.-Ι΄Ακυρ.Τμ.-Συμβ. 194/2006, Δ.Εφ.Αθην.-Ι΄Ακυρ.Τμ.-Συμβ. 134/2006, Δ.Εφ.Αθην.-Ι΄Ακυρ.Τμ. 952/2005, Δ.Εφ.Αθην.-Ι΄Ακυρ.Τμ. 1037/2004, Δ.Εφ.Αθην.-Θ΄Ακυρ.Τμ. 2338/2003 και Δ.Εφ.Λαρ. Ακυρ. 265/1998 και Επαμεινώνδα Σπηλιωτόπουλου και Χαραλάμπους Χρυσανθάκη, Βασικοί Θεσμοί Δημοσιοϋπαλληλικού Δικαίου, β΄έκδοση, σελ. 88).
Επίσης, κατά τις διατάξεις του ισχύοντος Υπαλληλικού Κώδικα ( Ν. 3528/2007), μετακίνηση είναι η μεταφορά υπαλλήλου από μια οργανική μονάδα σε άλλη της ίδιας Αρχής.  

Σύμφωνα με τα Π.Δ των 7 Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, οι Διευθύνσεις με τοπική αρμοδιότητα, τα Δασαρχεία και τα Δασονομεία είναι μεν οργανικές μονάδες της ενιαίας Αποκεντρωμένης Διοίκησης πλην ταυτόχρονα αποτελούν και διακεκριμένες υπηρεσιακές μονάδες αυτής με ιδία κατά τόπο και καθ’ ύλη αρμοδιότητα, έδρα και οργανική συγκρότηση και συνεπώς κάθε μία απ’ αυτές αποτελεί και ίδια αυτοτελή Αρχή κατά την έννοια του Υπαλληλικού Κώδικα ( Ν. 3528/2007) και επομένως η μεταφορά υπαλλήλου από μια Διεύθυνση σε άλλη Διεύθυνση ή από ένα Δασαρχείο σε άλλο Δασαρχείο ή από ένα Δασονομείο σε άλλο Δασονομείο συνιστά μετάθεση του άρθρου 67 του Υπαλληλικού Κώδικα και όχι μετακίνηση του άρθρου 66 του ίδιου Κώδικα η οποία μετακίνηση αναφέρεται σε μεταφορά υπαλλήλου από μια οργανική μονάδα σε άλλη οργανική μονάδα της ίδιας Αρχής, όπως ενδεικτικά από ένα Τμήμα σε άλλο Τμήμα της αυτής Διεύθυνσης ή του αυτού Δασαρχείου (βλ. κάποιες από τις πιο πάνω δικαστικές αποφάσεις, αλλά και Δ.Εφ.Αθην.-Ι΄ Ακυρ. Τμ.-Συμβ. 144/2006, Δ.Εφ.Αθην.-Θ΄ Ακυρ. Τμ.-Συμβ. 199/2005 και Δ.Εφ.Αθην.-Ι΄ Ακυρ. Τμ.-Συμβ. 24/2005, οι οποίες αυθεντικά ερμήνευσαν τις ως άνω διατάξεις και είναι αμετάκλητες καθ’ όσον κατ’ άρθρο 5Α του Ν. 702/1977 σε συνδυασμό  με το άρθρο 1 παρ. 1 περ. α του ίδιου νόμου όπως ισχύει, δεν παρέχεται δυνατότητα ασκήσεως του ενδίκου μέσου της εφέσεως κατά των ανωτέρω οριστικών αποφάσεων του Ακυρωτικού Σχηματισμού των Διοικητικών Εφετείων).
Αν άλλωστε υιοθετηθεί αντίθετη άποψη, πέραν του ότι θα μπορούσε να οδηγήσει σε αυθαιρεσίες της διοίκησης, πράγμα που δεν πρέπει να θεωρηθεί ότι σκοπήθηκε από το νομοθέτη, αυτή δεν συνάδει ούτε προς το άρθρο 103 παρ. 4 του Συντάγματος, σύμφωνα με το οποίο οι μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι δεν δύναται να μετατεθούν άνευ γνωμοδοτήσεως Υπηρεσιακού Συμβουλίου, αποτελουμένου κατά τα δύο τρίτα, τουλάχιστον, εκ μονίμων υπαλλήλων.
Αν συνεπώς η Αποκεντρωμένη Διοίκηση ήθελε εκληφθεί ως μία Αρχή, κατά την έννοια του Υπαλληλικού Κώδικα, τότε οι περί μεταθέσεων διατάξεις αυτού δεν θα είχαν κανένα νόημα για τους υπαλλήλους της, αφού, εάν ήθελε θεωρηθεί ότι όλες οι Υπηρεσίες της Αποκεντρωμένης Διοίκησης συνιστούν οργανικές της μονάδες, οι όποιες «μεταφορές» υπαλλήλων της μέσα στα όρια του Νομού όπου υπηρετούν αυτοί, θα χαρακτηρίζονται πάντοτε μετακινήσεις του άρθρου 66 του Υ.Κ. και έτσι οι περί μεταθέσεων διατάξεις δεν θα εφαρμοζόταν ποτέ, με αποτέλεσμα την ουσιαστική καταστρατήγησή τους και τη στέρηση του δικαιώματος έννομης προστασίας στις περιπτώσεις αυτές.   

Εξ ετέρου, το άρθρο 67 του ισχύοντος Υ.Κ, ορίζει ότι, για τη διενέργεια μεταθέσεως υπαλλήλου λαμβάνονται υπόψη τα κριτήρια, του συνολικού χρόνου υπηρεσίας του υπαλλήλου, του χρόνου υπηρεσίας κατά περιοχή, της οικογενειακής του κατάστασης, της ηλικίας, της συνυπηρέτησης και της εντοπιότητας, αξιολογούμενα με συντελεστές βαρύτητας-μόρια (παρ. 3), και η μετάθεση των υπαλλήλων διενεργείται με πράξη του αρμοδίου οργάνου διοίκησης μετά από σύμφωνη γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου   (παρ. 5).  
    Συνεπώς, η μεταφορά υπαλλήλου από μια Διεύθυνση σε άλλη Διεύθυνση ή από Δασαρχείο σε άλλο Δασαρχείο ή από ένα Δασονομείο σε άλλο Δασονομείο, συνιστά μετάθεση του άρθρου 67 του Υ.Κ, για τη διενέργεια της οποίας υποχρεούται η κάθε Αποκεντρωμένη Διοίκηση να εφαρμόζει, όσα ορίζουν και επιτάσσουν οι παραπάνω διατάξεις, οιαδήποτε δε μετάθεση υπαλλήλου, κατά παράβαση και καταστρατήγηση των ως άνω διατάξεων και δη με τη μεθόδευση της ’’βαπτίσεως’’ των μεταθέσεων ως, δήθεν, μετακινήσεων που καταλήγει στο άτοπο αποτέλεσμα της κατάργησης της έννοιας της μετάθεσης στο θεσμό των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, παρά τη σαφή πρόβλεψη του Συντάγματος (άρθρο 103 παρ. 4), είναι μη  νόμιμη.

          Πέραν των ανωτέρω, παρατηρούνται και τα εξής:
-     Δεν τηρείται η διαδικασία των Πινάκων Μεταθετέων που ορίζει το άρθρο 67 του Υ.Κ.. Παρά το ότι η Διοίκηση  κατ’ επιταγή των ανωτέρω διατάξεων του Υ.Κ, είχε υποχρέωση να συντάσσει Πίνακες Μεταθετέων σύμφωνα με τους ορισμούς του νόμου και βάσει αυτών να πραγματοποιεί τις μεταθέσεις των υπαλλήλων της, παρά ταύτα παραλείπει τη νόμιμη αυτή υποχρέωσή της και συνεχίζει να αυθαιρετεί κατά παράβαση της αρχής της χρηστής διοίκησης, προβαίνοντας σε μεταθέσεις που ενέχουν το στοιχείο των σχετικών διακρίσεων σε βάρος ορισμένων υπαλλήλων της.
-     Επίσης, η γνωμοδότηση του αρμοδίου Υπηρεσιακού Συμβουλίου δεν είναι αδέσμευτη από υποδείξεις της Διοίκησης, ως επιβάλλεται από την παρ. 4 του άρθρου 103 του Συντάγματος και το άρθρο 67 του Υ.Κ.
-           Ακόμη, η Διοίκηση και το Υπηρεσιακό Συμβούλιο δεν περιλαμβάνουν στις πράξεις τους, ειδική αιτιολογία στην οποία να εκτίθεται ο συγκεκριμένος λόγος ο οποίος επιβάλλει τη μετάθεση του υπαλλήλου, αλλά αντίθετα οι πράξεις τους περιέχουν αόριστη και πλημμελή αιτιολογία, αφού δεν επικαλούνται συγκεκριμένες υπηρεσιακές ανάγκες που επιβάλλουν τη μετάθεση συγκεκριμένου υπαλλήλου.

Εξ άλλου κατά το άρθρο 65 παρ. 2 του ισχύοντος Υπαλληλικού Κώδικα, όταν ο υπάλληλος τοποθετείται ως Προϊστάμενος σε θέση άλλης Αρχής απ’ αυτήν στην οποία υπηρετεί, θα πρέπει να προηγείται γνωμοδότηση του αρμόδιου Υπηρεσιακού Συμβουλίου που αποτελεί ουσιώδη τύπο διαδικασίας και επιπλέον να λαμβάνονται υπόψη και να συνεκτιμώνται από το Υπηρεσιακό Συμβούλιο και τα κριτήρια που ορίζει το ίδιο αυτό άρθρο που είναι τα ίδια με αυτά του άρθρου 67 του ιδίου ως άνω Υπαλληλικού Κώδικα, περί μεταθέσεων.        

                Οι μέχρι σήμερα, όμως, μεταθέσεις ή τοποθετήσεις υπαλλήλων σε άλλη Αρχή απ’ αυτή που υπηρετούσαν, από τους περισσότερους Συντονιστές των Α.Δ., δεν έγιναν κατά τους προαναφερόμενους τρόπους και έτσι τυγχάνουν σε κάθε περίπτωση μη σύννομες.                 
2)    Σε έκδοση πράξεων αναπλήρωσης προϊσταμένων οργανικών μονάδων, κατά παράβαση των κειμένων διατάξεων.
Ειδικότερα:
Όταν κενούται μία θέση Προϊσταμένου, οι περισσότεροι Συντονιστές δεν υλοποιούν τη διαδικασία που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 87 του Υπαλληλικού Κώδικα  περί αναπλήρωσης προϊσταμένων, αλλά ούτε και την Εγκ. ΔΙΔΑΔ/Φ.35-46/2257/οικ.26574/14-10-2016 του Υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, σύμφωνα με την οποία «... σε περίπτωση αναπλήρωσης προϊσταμένου από έναν από τους προϊσταμένους των υποκείμενων οργανικών μονάδων, ο οποίος εν προκειμένου θα πρέπει να είναι κατά κυριολεξία προϊστάμενος – είτε κατόπιν επιλογής είτε κατόπιν τοποθέτησης βάσει ειδικής διάταξης- η θέση του προϊσταμένου της υποκείμενης οργανικής μονάδας στην περίπτωση αυτή δεν κενούται, αλλά αντιθέτως αποτελεί νόμιμο έρεισμα για την άσκηση καθηκόντων προϊσταμένου της υπερκείμενης οργανικής μονάδας με τις διατάξεις περί αναπλήρωσης».   

3)    Σε αντικαταστάσεις αναπληρωτών προϊσταμένων οργανικών μονάδων, κατά παράβαση των ισχυουσών διατάξεων.
Ειδικότερα:
Το άρθρο 30 παρ. 1 στ. α΄και β΄του ν. 4369/2016 ορίζει,  ότι: α) Έως την επιλογή προϊσταμένων οργανικών μονάδων σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου ή ειδικών διατάξεων, καθήκοντα προϊσταμένων εξακολουθούν να ασκούν οι κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου προϊστάμενοι. β) Η θητεία των ανωτέρω προϊσταμένων λήγει αυτοδικαίως με την επιλογή και τοποθέτηση προϊσταμένων σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
Η παραπάνω διάταξη, όλως παράνομα δεν εφαρμόζεται από τους Συντονιστές ειδικά όταν τα  καθήκοντα προϊσταμένου ασκούνται από τους αναπληρωτές προϊσταμένους.
Πιο συγκεκριμένα:
Ο νόμος αναφέρεται σε «προϊσταμένους» αδιαστίκτως, χωρίς να γίνεται διάκριση μεταξύ προϊσταμένων και αναπληρωτών προϊσταμένων. Επομένως η παραπάνω  ρύθμιση  καταλαμβάνει όλους τους προϊσταμένους και τους ασκούντες καθήκοντα προϊσταμένου σύμφωνα με τη διατύπωση της διάταξης, άρα και τους αναπληρωτές προϊσταμένους που έχουν οριστεί νόμιμα (αυτοδίκαια ή με απόφαση) με τη διαδικασία και τα κριτήρια του άρθρου 87 του Υ.Κ..
Η αντικατάσταση  των υπηρετούντων αναπληρωτών προϊσταμένων δικαιολογείται μόνο αν υπάρχει νόμιμος λόγος προς τούτο, π.χ. λόγω κωλύματος ή παραίτησης του υπηρετούντος αναπληρωτή προϊσταμένου. Όταν όμως δεν υπάρχει τέτοιος νόμιμος λόγος, η αντικατάσταση των υπηρετούντων αναπληρωτών προϊσταμένων δεν είναι νόμιμη, γιατί αντίκειται στη διάταξη του άρθρου 30 παρ. 1 στ. α΄ του ν. 4369/2016.
Εάν ήθελε ληφθεί, ως νόμιμη, η εξαίρεση των αναπληρωτών προϊσταμένων, από τις διατάξεις του άρθρου 30 παρ. 1 στ. α΄ του ν. 4369/2016, αυτό θα έδινε το δικαίωμα στη Διοίκηση, έως την επιλογή των νέων προϊσταμένων (ήδη βρισκόμαστε σε περίοδο κρίσεων προϊσταμένων), να επιδοτεί (βλέπε κριτήρια επιλογής προϊσταμένων) τον  όποιον υπάλληλο θέλει, ορίζοντάς τον ως αναπληρωτή προϊστάμενο κάθε φορά,  καταστρατηγώντας κάθε έννοια της αρχής της χρηστής διοίκησης.
Η αρχή της συνέχειας της λειτουργίας της δημόσιας υπηρεσίας, στο άρθρο 30 παρ. 1 στ. α΄και β΄ του ν. 4369/2016, υπηρετείται και από τη συνέχιση της άσκησης των καθηκόντων από μέρους των αναπληρωτών προϊσταμένων, που δεν πρέπει να διακόπτεται χωρίς να συντρέχει νόμιμος λόγος και αιτιολογημένη απόφαση του αρμοδίου οργάνου. 
Επομένως, όλες οι αποφάσεις των Συντονιστών των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων που αντικατέστησαν τους αναπληρωτές προϊσταμένους, εκδόθηκαν κατά παράβαση νόμου και ειδικά της μεταβατικής διάταξης του άρθρου 30 παρ. 1  α’  του ν. 4369/2016,  σύμφωνα με την οποία οι ασκούντες καθήκοντα προϊσταμένου ή αναπληρωτή προϊσταμένου οργανικής μονάδας παραμένουν στη θέση τους, μέχρι την επιλογή και τοποθέτηση των νέων προϊσταμένων (βλ. ad hoc Α10/2018 του Α’ Τμήματος του Ακυρωτικού Διοικητικού Εφετείου Τρίπολης).


Κατόπιν όλων των ανωτέρω, διαμαρτυρόμαστε, εντονότατα, για την μη σύννομη αυτή συμπεριφορά της διοίκησης των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, απέναντι στους υπαλλήλους της.
Επειδή η συμπεριφορά αυτή συνιστά ευθεία παράβαση Νόμου, που ζημιώνει τους υπαλλήλους των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, που ανήκουν στους πρωτοβάθμιους συλλόγους  εργαζομένων, που είναι μέλη μας.

                                            Γ Ι Α   Ο Λ Α   ΑΥΤΑ

Σας καλούμε:
Α) Να ανακαλέσετε άμεσα όλες τις αποφάσεις μετάθεσης προϊσταμένων και υπαλλήλων, για το λόγο ότι με αυτές παραβιάσθηκε το άρθρο 67 του Υπαλληλικού Κώδικα και το άρθρο 103 παρ. 4 του Συντάγματος.
Β) Να ανακαλέσετε τις αποφάσεις περί αναπλήρωσης προϊσταμένου που έγιναν κατά παράβαση του άρθρου 87 του Υπαλληλικού Κώδικα και της ανωτέρω εγκυκλίου διαταγής.
Γ) Να ανακαλέσετε τις αποφάσεις αντικατάστασης αναπληρωτών προϊσταμένων που έγιναν κατά παράβαση της μεταβατικής διάταξης του άρθρου 30 παρ. 1  α’  του ν. 4369/2016.

Σε διαφορετική περίπτωση, η παρούσα θα αποτελέσει στοιχείο της προδικασίας για στοιχειοθέτηση, κατά παντός υπευθύνου, του αδικήματος του άρθρου 259 του Π.Κ. και ειδικότερα για θεμελίωση και απόδειξη της υπερχειλούς υποκειμενικής υποστάσεως του εν λόγω αδικήματος, γνωρίζοντάς σας άμα και πάλι προς τούτο, με την παρούσα, ότι, με την ανωτέρω μη σύννομη συμπεριφορά των περισσοτέρων από τους Συντονιστές των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων προκαλείται άμεση και ανεπανόρθωτη σημαντική βλάβη στα έννομα συμφέροντα μελών συνδικαλιστικών σωματείων, που είναι μέλη μας.

Με τη ρητή επιφύλαξη παντός εν γένει νομίμου δικαιώματός μας, αρμόδιος δικαστικός επιμελητής παραγγέλλεται, να επιδώσει νόμιμα την παρούσα, σ’ αυτούς προς τους οποίους αυτή απευθύνεται, προς γνώση αυτών και όλων των συναρμοδίων υπαλλήλων και για τις νόμιμες συνέπειες, αντιγράφοντας ολόκληρη την παρούσα στην έκθεση επίδοσης που θα συντάξει.-
               Αθήνα, 14 Μάρτη 2018
                                        
                 ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ Ο.Σ.Ε.Α.Δ.Ε

                  Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                    Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ


           ΓΑΒΡΙΗΛ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ                                ΑΝΤΩΝΗΣ ΜΑΥΡΑΚΟΣ